- φωτοευαισθητοποίηση
- ηη δημιουργία σωμάτων ευαίσθητων στο φως (π.χ. φωτογραφικών πλακών).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φωτοευαισθητοποίηση — η, Ν 1. ιατρ. σύνολο παθολογικών δερματικών εκδηλώσεων που οφείλονται στον σχηματισμό, υπό την επίδραση τού φωτός, στο δέρμα ουσιών στις οποίες αυτό παρουσιάζει ανοσολογική αντίδραση 2. χημ. διεργασία έναρξης μιας χημικής αντίδρασης με τη… … Dictionary of Greek